Σε επικινδύνους δρόμους βρίσκεται το ελληνικό εθνικιστικό κίνημα την τρέχουσα περίοδο.
Από την μία τα οικονομικά δεν αποτελούν προνομιακό πεδίο πολιτικής για τους εθνικιστές. Από την άλλη οι Έλληνες νιώθουμε όλο και περισσότερο στο πετσί μας την προδοσία από το ελληνικό πολιτικό σύστημα και οι εθνικιστές πρέπει να πάρουν θέση.
Τα οικονομικά δεν ήταν ποτέ ένας τομέας στον οποίο οι εθνικιστές είχαν σαφείς πολιτικές θέσεις. Ο εθνικισμός ως κύρια πολιτική θέση έχει την τοποθέτηση ότι το καλό της πατρίδας αποτελεί το κύριο πολιτικό θέμα, μια θέση που προκύπτει από την αγάπη που νιώθουμε για την πατρίδα. Ο εθνικισμός βάζει την ιδέα του έθνους πάνω από οτιδήποτε άλλο, τοποθετώντας τα υλικά θέματα σε δεύτερη μοίρα. Το οικονομικό σύστημα ή οικονομικές πολιτικές που κάνουν μεγαλύτερο καλό στην πατρίδα είναι μια συζήτηση που ακολουθεί, αφού πρώτα ορίσουμε τι εννοούμε πατρίδα. Εμείς λοιπόν που ως πατρίδα θεωρούμε όχι μόνο τις σημερινές γενιές Ελλήνων αλλά τις παρελθοντικές και μελλοντικές, και φυσικά δεν ενδιαφερόμαστε για το συμφέρον μία μόνο τάξης Ελλήνων αλλά για το συμφέρον όλων των Ελλήνων την καταγωγή, δυστυχώς δεν έχουμε κοινές τοποθετήσεις πάνω στα οικονομικά.
Ο λόγος μπορεί να είναι το ότι το θέμα αυτό δεν το τοποθετούμε σε πρώτη μοίρα, αλλά επίσης μπορεί και να είναι το ότι αποδίδουμε σε διαφορετικές αιτίες την προδοσία της πατρίδας μας που βρίσκεται σε εξέλιξη. Οι Έλληνες εθνικιστές έχουν χωριστεί σε εθνικοσοσιαλιστές και εθνικοφιλελεύθερους ανάλογά με την οικονομική τους πρόταση. Αυτή η διαφορά βέβαια είναι πολύ σοβαρή καθώς αφορά την βέλτιστη μορφή μιας εθνικής κοινωνίας, το αν αυτή μπορεί να βρεθεί κάτω από τις παρούσες οικονομικοπολιτικές συνθήκες ή χρειάζεται μία εθνική κοινωνία σωματειακού κράτους, ώστε η εθνική κοινωνία να αναπτυχθεί στο μεγαλείο της. Σε αυτή την συζήτηση δεν θέλω να μπω επί του παρόντος, καθώς θεωρώ ότι ακολουθεί του αυτοπροσδιορισμού ως εθνικιστή. Ο εθνικιστής έχει συνειδητοποιήσει ότι η πατρίδα είναι το υπέρτατο αγαθό. Εάν ένας εθνικιστής υποστηρίζει ένα πολίτευμα ή όχι στηρίζεται μόνο στο εάν το συγκεκριμένο πολίτευμα κάνει καλό ή όχι στην πατρίδα. Δεν είναι δυνατόν ένα πολίτευμα, καλό ή κακό, να είναι πάνω ή μαζί στην ιεράρχηση των πολιτικών αξιών, με την Ελλάδα.
Ενώ λοιπόν παραμένουμε και θα παραμένουμε διχασμένοι στα οικονομικά θέματα, έχουμε μια μεγάλο πολιτικό θέμα οικονομικού ενδιαφέροντος σε εξέλιξη. Σε αυτήν λοιπόν την κρίσιμη εποχή δημιουργείται το κίνημα των αγανακτισμένων, με σαφή υποστήριξη από τα σπλάχνα του καθεστώτος όπως φαίνεται π.χ. από την προβολή των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Ο κύριος σκοπός είναι να ελεγχθούν οι νέο-αφυπνισμένες πολιτικές μάζες πριν ολοκληρώσουν αυτήν την πολιτική τους αφύπνιση. Σε αυτό το παιχνίδι, έχοντας το αντιληφθεί πλήρως, συμμετέχουν όλες οι πολιτικές δυνάμεις φανερά ή κρυφά, προσπαθώντας να σύρουν τον κόσμο προς το μέρος τους. Έτσι παρακολουθούμε κατάπληκτοι το φαινόμενο εθνικιστές και αναρχικοί να βρίσκονται στις ίδιες συγκεντρώσεις κάνοντας οι μεν ότι δεν βλέπουν τους δε. Αυτό αποτελεί επικίνδυνο δρόμο, καθώς το παιχνίδι διαχείρισης του πλήθους το καθεστώς το ξέρει καλά και μάλλον πολύ καλύτερα από εμάς. Σε αυτό το αμφίπλευρο παιχνίδι μπορούμε να βρεθούμε με περισσότερους συνειδητοποιημένους εθνικιστές, αν τελειώσει θετικά, αλλά συγχρόνως μπορεί να μας γυρίσει αρνητικά και πολλά χρόνια πίσω εάν το πάνω μέρος της πλατείας το καπελώσουν δυνάμεις με ένα μείγμα πατριωτικών και οικονομικών συνθημάτων, εγκλωβίζοντας εθνοκεντρικές δυνάμεις, όπως έγινε από το Πασόκ της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου με το σύνθημα η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες.
Οι Έλληνες εθνικιστές πάρα τις δεδομένες διαφωνίες μας στην οικονομική πολιτική, μπορούμε πρώτα να συμφωνήσουμε σε κάποιες βασικές διαπιστώσεις, ώστε να αποφύγουμε την επανάληψη των υλιστικών προτάσεων της αριστεράς. Ένα σημείο συμφωνίας μπορεί να είναι σε τι συνίσταται η οικονομική προδοσία της χώρας. Πρέπει να καταστήσουμε σαφές στους οπαδούς μας ότι μεγαλύτερη οικονομική προδοσία ήταν η δημιουργία και διατήρηση μιας εθνικής οικονομίας που είχε ανάγκη για δανεικά, ενώ θα έπρεπε να έχει προωθηθεί μια οικονομία ικανή να βασιστεί στις δικές τις δυνάμεις. Η ελληνική οικονομία όσο παρουσίαζε δημοσιονομικά ελλείμματα και τα κάλυπτε και με εξωτερικό δανεισμό, καθίστατο εξαρτώμενη από το ξένο παράγοντα, καθώς μια κερδοσκοπική επίθεση που θα αφορούσε την ικανότητα του κράτους στην αποπληρωμή του χρέους του, μπορούσε να μας κάνει ανά πάσα στιγμή έρμαιο του Δ.Ν.Τ. ή του εκάστοτε διεθνούς οικονομικού ελέγχου.
Η προδοσία λοιπόν που συντελείτε δεν είναι ένα σημερινό θέμα της παρούσας κυβέρνησης άλλα συνέπεια της αθροιστικής εξάρτησης δεκαετιών από ξένα κεφάλαια ή οποία θα μπορούσε να είχε σκάσει στα χέρια οποιασδήποτε προηγούμενης κυβέρνησης. Σήμερα δεν μπορεί να είναι οι αναγκαστικές περικοπές που κάνουμε λόγω της απειλής διακοπής των δανεικών το κύριο θέμα ενός εθνικιστή. Το εάν μπορούμε να πετύχουμε πιο γρήγορα τις μεταρρυθμίσεις που μας ζητάνε ή να πετύχουμε πιο μακρύ χρόνο προσαρμογής, δεν μπορεί να είναι πρώτιστο για έναν εθνικιστή. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι το κράτος μας κόβει ότι δανειζόταν για να μας δώσει. Τα δεν πληρώνω, δεν χρωστάω είναι λαϊκιστικά συνθήματα της αριστεράς καθώς δεν ακολουθούνται από το δεν δανείζομε. Το δεν πουλάω (σε ξένους) μπορεί να αποτελέσει ένα πραγματικό εθνικιστικό σύνθημα.
Η προδοσία είναι το διαφαινόμενο ξεπούλημα εθνικού πλούτου σε τιμή ευκαιρίας στους ξένους «επενδυτές» κάτι που πρέπει να αποτραπεί. Η προδοσία επίσης είναι η εξελισσόμενη εσωτερική σύγκρουση και διάρρηξη του εθνικού κοινωνικού ιστού, που συντελείται μεταξύ δημοσίων υπαλλήλων, ιδιωτικών υπαλλήλων, ελεύθερων επαγγελματιών και ανέργων σχετικά με το ποιος θα πληρώσει την κρίση.